- κατεπᾴδεις
- κατεπᾴδωsubdue by songpres ind act 2nd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
φαρμάσσω — και αττ. τ. φαρμάττω και μτγν. τ. φαρμάζω Α 1. εμβαπτίζω, βουτώ μέταλλο, κυρίως πυρακτωμένο σίδηρο, σε νερό, στομώνω, βάφω («ὡς δ ὅτ ἀνὴρ χαλκεὺς πέλεκυν... εἰν ὕδατι ψυχρῷ βάπτῃ μεγάλα φαρμάσσων», Ομ. Οδ.) 2. βάφω, χρωματίζω («λέγεται δὲ καὶ… … Dictionary of Greek